Ο μεγαλύτερος διεθνής μουσικός διαγωνισμός που προβάλλεται για άλλη μια χρονιά απόψε, δεν έχει αφήσει κανέναν αδιάφορο, συμπεριλαμβανομένης της επιστημονικής κοινότητας. Μάλιστα, οι ψυχολόγοι έχουν αναλύσει τα μοτίβα των εκάστοτε νικητών της Eurovision, χαρακτηρίζοντας τη σειρά παρουσίασης των τραγουδιών τη βραδιά του διαγωνισμού, μάλλον σημαντική. Έρχονται όντως οι τελευταίοι… πρώτοι; Ισχύει το φαινόμενο της «τελευταίας εντύπωσης»;

Αν πάμε σε μια συνέντευξη για δουλειά και μας δοθεί η επιλογή, θα θέλαμε να είμαστε οι πρώτοι ή οι τελευταίοι υποψήφιοι για να μεγιστοποιήσουμε τις πιθανότητες να προσληφθούμε;

Ίσως σκεφτούμε ότι το να πάμε πρώτοι μας δίνει πλεονέκτημα. Τα άτομα που θα μας πάρουν συνέντευξη θα είναι ακόμα φρέσκα και με καλή διάθεση να βρουν τον κατάλληλο υποψήφιο. Ίσως αυτός ο αρχικός ενθουσιασμός να επηρεάσει θετικά και την αντίληψη που έχουν για εμάς. Αντίθετα, αν είμαστε τελευταίοι, όταν πια έχουν βαρεθεί να ακούν τις ίδιες απαντήσεις μέχρι το τέλος της ημέρας, μπορεί να σκεφτούμε πως θα μας δουν ως τον τελευταίο υποψήφιο που τους χωρίζει από το σπίτι τους, σαν μια λιγότερο ελκυστική επιλογή, εν μέρει γιατί είναι ήδη ψυχικά και σωματικά εξουθενωμένοι από τη διαδικασία. Από αυτή την οπτική, το να είμαστε τελευταίοι ή γενικά προς το τέλος, θα μπορούσε να αποτελεί σημαντικό μειονέκτημα.

Από την άλλη πλευρά, μπορεί να σκεφτούμε «τελευταίος και καλύτερος», γιατί όταν η επιτροπή που θα μας αξιολογήσει αποσυρθεί για να συζητήσει τους υποψηφίους, ο/η τελευταίος/α θα είναι αυτός/ή που θα θυμούνται πιο καθαρά και έντονα. Οι πρώτοι, που πέρασαν ώρες νωρίτερα, μπορεί να έχουν σχεδόν ξεχαστεί. Υπάρχει ένα γνωστό ψυχολογικό φαινόμενο, σύμφωνα με το οποίο, αν μας θυμούνται και εφόσον ήμασταν καλοί, μπορεί να μας επιλέξουν μόνο και μόνο γι’ αυτόν τον λόγο.

Αν είχαμε λοιπόν την επιλογή, πώς θα… παίζαμε με τη σειρά εμφάνισής μας;

Eurovision και «Θεωρία της Αντίθεσης» (Contrast Theory)

Καθώς οι ώρες μετρούν αντίστροφα για το διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision, φέτος φιλοξενούμενο στη Βασιλεία της Ελβετίας με πάνω από 180 εκατομμύρια θεατές παγκοσμίως, ίσως είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε ότι ο διαγωνισμός, σύμφωνα με κάποιους ακαδημαϊκούς ψυχολόγους, μπορεί να έχει προσφέρει τα απαραίτητα δεδομένα για να βοηθήσει στην επίλυση της διαμάχης για το «φαινόμενο της σειράς».

Ερευνητές έχουν μελετήσει διάφορους διαγωνισμούς κλασικής και ποπ μουσικής, συμπεριλαμβανομένης της Eurovision, και γενικά, είτε κρίνουν ειδικές επιτροπές είτε το ευρύ κοινό, οι συμμετέχοντες που εμφανίζονται αργότερα στη σειρά τείνουν να λαμβάνουν υψηλότερες βαθμολογίες.

Μια θεωρία για το γιατί συμβαίνει αυτό διατυπώθηκε από τον ψυχολόγο Άμος Τβέρσκι, του οποίου το έργο με τον Ντάνιελ Κάνεμαν αποτέλεσε τη βάση για το Νόμπελ Οικονομίας το 2002. Τη βάφτισε «θεωρία της αντίθεσης» και υποστήριξε ότι, όταν εστιάζουμε σε μια συγκεκριμένη απόδοση, όπως σε μια συνέντευξη για δουλειά ή σε έναν μουσικό διαγωνισμό, η απόδοση που έχουμε μπροστά μας συγκρίνεται φυσικά με ό,τι έχει προηγηθεί.

Ωστόσο, επειδή τα θετικά χαρακτηριστικά του παρόντος υποψηφίου είναι πιο έντονα στο μυαλό μας εκείνη τη στιγμή, υπάρχει μια φυσική ανθρώπινη τάση να αξιολογούμε την τρέχουσα εμπειρία ως καλύτερη από την προηγούμενη, ακόμα κι αν είναι παρόμοιες ή σχεδόν ίδιες.

Μια άλλη θεωρία είναι ότι όσο προχωρά ένας διαγωνισμός και βλέπουμε διαφορετικές εμφανίσεις, είναι φυσικό να αρχίσουμε να αναπτύσσουμε ένα είδος εσωτερικής κλίμακας αξιολόγησης, πάνω στην οποία βαθμολογούμε νοητικά τις επιδόσεις.

Στην αρχή ενός διαγωνισμού ή μιας σειράς παρουσιάσεων, δεν έχουμε αναπτύξει ακόμα μια τέτοια «εσωτερική βαθμονόμηση». Καθώς όμως ο διαγωνισμός συνεχίζεται, η κλίμακα αυτή ωριμάζει, ενώ βλέπουμε τη μία εμφάνιση μετά την άλλη και αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε τη διακύμανση στην ποιότητα. Έτσι, ουσιαστικά, τοποθετούμε κάθε συμμετέχοντα και συμμετέχουσα σε μια προσωπική, ίσως και ασυνείδητη, κλίμακα σύγκρισης.

Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, η ακριβώς ίδια ποιότητα απόδοσης, αν είναι καλή, θα φανεί ψυχολογικά καλύτερη απ’ ό,τι είναι στην πραγματικότητα αν παρουσιαστεί αργότερα στη σειρά, επειδή τότε φαίνεται να «ξεχωρίζει» περισσότερο. Αλλά η θεωρία αυτή ισχύει και για τις κακές αποδόσεις, οι οποίες, σύμφωνα με την ίδια λογική, θα αξιολογηθούν χειρότερα αν εμφανιστούν αργότερα στη σειρά.

Η έρευνα δείχνει επανειλημμένως ότι οι διαγωνιζόμενοι που εμφανίζονται «καθυστερημένα» έχουν το μεγαλύτερο πλεονέκτημα όσον αφορά τις θετικές αξιολογήσεις.

Εντάξει. Αλλά τι γίνεται με τους ABBA; Δεν τραγούδησαν τελευταίοι, αλλά ήρθαν πρώτοι.

Ίσως τελικά, αν είμαστε πραγματικά καλοί (ή το αντίθετο), αυτό θα αναγνωριστεί ανεξάρτητα από το πότε θα εμφανιστούμε σε εκείνη τη συνέντευξη για δουλειά, οπότε δεν υπάρχει λόγος να το σκεφτόμαστε υπερβολικά.

Όσον αφορά τώρα την Eurovision, η Κλαυδία με την “Αστερομάτα” θα εμφανιστούν στην 17η θέση κι εμείς, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, δεν έχουμε παρά να ευχηθούμε «καλή επιτυχία Ελλάδα»!