Υπάρχουν φορές που λέμε «ναι», ενώ στην πραγματικότητα θέλουμε να πούμε «όχι»; Τι είναι αυτό που μας κάνει να χάνουμε τον εαυτό μας στις σχέσεις μας, στην προσπάθειά μας να ευχαριστούμε τους άλλους; Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι μπορεί αυτή μας η τάση να πηγάζει από τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε το στρες.

Σύμφωνα με έρευνα, δημοσιευμένη στο επιστημονικό περιοδικό CNS Spectrums, οι άνθρωποι είναι βιολογικά προγραμματισμένοι να διαχειρίζονται το άγχος με έναν συγκεκριμένο τρόπο και αυτός ο τρόπος πιθανόν να παίζει ρόλο στο πόσο προσαρμοστικοί και διατεθιμένοι να δεχτούν πολλά γίνονται.

Είναι απογοητευτικό να παραμερίζουμε τα θέλω και τις ανάγκες μας, μόνο και μόνο για να κάνουμε τους άλλους χαρούμενους. Έτσι καταπιεζόμαστε και ενδεχομένως αυτό να έχει επιπτώσεις στην ψυχική μας υγεία και στις σχέσεις μας με τους γύρω μας.

Πολεμώντας το στρες στις σχέσεις

Όμως αυτή η αντίδρασή μας δεν είναι τυχαία. Οι άνθρωποι διαθέτουν ένα έμφυτο «οπλοστάσιο» για να αντιμετωπίζουν τον φόβο και το άγχος. Αυτό περιλαμβάνει τις γνωστές ως οι αντιδράσεις «μάχης, φυγής, παγώματος και υποταγής». Αυτές οι ενστικτώδεις αντιδράσεις μάς προετοιμάζουν για να επιβιώσουμε σε δύσκολα περιβάλλοντα.

Ενώ η μάχη και η φυγή μας ωθούν σε δράση και το πάγωμα μας παραλύει, η υποταγή είναι πιο διακριτική και η δράση της πιο έμμεση. Μέσω αυτής, επιχειρούμε να ηρεμούμε ή να κατευνάζουμε τους άλλους, για να μειώσουμε τον κίνδυνο ή τη σύγκρουση.

Η υποταγή συχνά εμφανίζεται σε έντονα ή χαοτικά περιβάλλοντα. Για ένα παιδί που μεγαλώνει σε ένα σπίτι γεμάτο άγχος, ένταση ή αβεβαιότητα, η αντίδρασή του αυτή μπορεί να γίνει η βασική στρατηγική που χρησιμοποιεί για τη μείωση του στρες.

Αν το να φέρεται ευχάριστα ή υπερβολικά προσαρμοστικά το βοηθά να αποφύγει διαφωνίες ή τιμωρία, ο εγκέφαλος αρχίζει να συνδέει την ευχαρίστηση που προσφέρουμε στους άλλους με την ασφάλεια. Με τον καιρό, αυτή η συμπεριφορά σταθεροποιείται σε ένα αυτόματο μοτίβο που συνεχίζεται και στην ενήλικη ζωή, επεκτεινόμενο και σε άλλες σχέσεις.

Εξελικτικές ρίζες

Έχει ενδιαφέρον το όλο ζήτημα να εξεταστεί και από εξελικτική σκοπιά. Οι πρόγονοί μας ζούσαν σε στενές ομάδες, όπου οι συγκρούσεις μπορούσαν να απειλήσουν την επιβίωση.

Το να είναι οι άνθρωποι ευαίσθητοι απέναντι στη συναισθηματική κατάσταση των άλλων, ειδικά των κυρίαρχων μελών της ομάδας, ήταν κρίσιμο για τη διατήρηση της αρμονίας. Η συνεργασία και η εξευμένιση έγιναν βασικά εργαλεία για την επιβίωση.

Αυτές οι πρακτικές βέβαια αφορούν στο μακρινό παρελθόν ή την παιδική μας ηλικία, ωστόσο έχουν γραφτεί μέσα στο ανθρώπινο DNA και έτσι δίνεται στον εγκέφαλο η εντύπωση ότι αποτελούν μία επιτυχημένη στρατηγική αντιμετώπισης του άγχους σε κάθε περίπτωση, ακόμη και σε αυτές που δεν χρειάζεται καν να εφαρμοστούν.

Νομίζουμε λανθασμένα ότι αν λέμε συνέχεια «ναι», αν χαροποιούμε τους φίλους, τους συγγενείς, τους συναδέλφους, θα είμαστε πιο ασφαλείς, πιο αρεστοί και κατ’ επέκταση πιο ευτυχισμένοι.

Αυτή η πλάνη μας έχει οδηγήσει στο να χάνουμε την αλήθεια μας και να ξεπερνάμε τα όρια και τις αντοχές μας. Το να λέμε «όχι» δεν σημαίνει ότι οι άλλοι θα μας μισήσουν. Ίσα – ίσα το πιθανότερο είναι πως δείχνοντας ποια είναι τα όριά μας, θα μας κατανοήσουν καλύτερα και θα μας εκτιμήσουν περισσότερο.